Η επιγονατίδα βρίσκεται στο μπροστινό σημείο της άρθρωσης του γόνατος, λειτουργώντας σαν ασπίδα και ως εκ τούτου βρίσκεται ανατομικά, αρκετά εκτεθειμένη. Πέρα από το να προστατεύει την άρθρωση, ενώνει τους μυς της πρόσθιας επιφάνειας με την κνήμη. Με τον τρόπο αυτό συμβάλλει στην λειτουργία της έκτασης του γόνατος. Πρόκειται για ένα μεγάλο οστό, το οποίο ψηλαφείται εύκολα. Στην πρόσθια επιφάνειά της βρίσκονται αιμοφόρα αγγεία, τα οποία παρέχουν αιμάτωση στην ευρύτερη περιοχή του γόνατος. Η επιγονατίδα συγκρατείται από τους επιγονατιδικούς συνδέσμους, όπως οι έσω καθεκτικοί σύνδεσμοι και ο έσω επιγονατίδομηριαίος.
Τα κατάγματα της επιγονατίδας προκαλούνται από πτώση, από πρόσκρουση στα πλαίσια ενός τροχαίου ή σε αθλητικά και εργατικά ατυχήματα. Μπορεί επίσης να προκληθεί και από απότομη σύσπαση του τετρακεφάλου, αν και αυτή η περίπτωση θεωρείται αρκετά σπάνια.
Επιδημιολογικά, τα κατάγματα επιγονατίδας δεν αποτελούν έναν συχνό τραυματισμό, δεδομένου ότι καταλαμβάνουν μόνο το 1% των καταγμάτων ολόκληρου του σώματος. Στατιστικά, οι άνδρες μεταξύ 20 – 50 ετών αντιμετωπίζουν συχνότερα τέτοιου είδους ατυχήματα.
Τα είδη των καταγμάτων ποικίλλουν μεταξύ:
- Σταθερό κάταγμα: Σημαίνει ότι δεν έχει παρεκτοπιστεί, δηλαδή τα άκρα του σπασμένου οστού, μπορεί να έχουν σπάσει αλλά βρίσκονται κοντά και σε ευθυγράμμιση μεταξύ τους.
- Παρεκτοπισμένο κάταγμα: Τα σπασμένα τμήματα της επιγονατίδας έχουν απομακρυνθεί μεταξύ τους και δεν βρίσκονται σε ευθυγράμμιση.
- Συντριπτικό κάταγμα: Η επιγονατίδα έχει σπάσει σε πολλά διαφορετικά σημεία.
- Ανοικτό κάταγμα: Αποτελεί την πιο δύσκολη μορφή κατάγματος καθώς το σπασμένο οστό, έχει σκίσει τους παρακείμενους ιστούς και έχει βγει εκτός δέρματος.
Τι συμπτώματα προκαλεί το κάταγμα επιγονατίδας;
- Οίδημα στην περιοχή του γόνατος.
- Επώδυνη ή και αδύνατη κάμψη και έκταση της άρθρωσης.
- Οξύς πόνος.
- Αδυναμία βάδισης.
- Εκχύμωση (μώλωπες).
- Κριγμός: Αίσθηση ότι τρίβονται μεταξύ τους τα οστά.
- Ψηλάφηση χάσματος.
- Αίσθημα αστάθειας.
- Αίμαρθρο: Συγκέντρωση αίματος μέσα στην άρθρωση.
- Παραμόρφωση γόνατος.
Πως γίνεται η διάγνωση των καταγμάτων επιγονατίδας;
Για έναν έμπειρο Ορθοπεδικό, η διάγνωση είναι εύκολη και προκύπτει από την κλινική εικόνα. Σε κάθε περίπτωση επιβεβαιώνεται και με απλές ακτινογραφίες, ενώ είναι πιθανό να ζητηθεί περαιτέρω έλεγχος με Αξονική και Μαγνητική Τομογραφία.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να ελεγχθούν και τα παρακείμενα οστά, όχι μόνο του γόνατος αλλά και του ισχίου και της ποδοκνημικής άρθρωσης, για να διαπιστωθεί αν έχουν επηρεαστεί.
Πως αντιμετωπίζονται τα κατάγματα επιγονατίδας;
Ανάλογα με την περίπτωση του κατάγματος, ακολουθείται και η κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση.
Με συντηρητική αντιμετώπιση, μπορούν να αντιμετωπιστούν τα μη παρεκτοπισμένα εγκάρσια και επιμήκη κατάγματα.
Αντίθετα, χρειάζεται χειρουργείο στην περίπτωση που το κάταγμα είναι παρεκτοπισμένο, συντριπτικό, ανοικτό και εγκάρσιο.
- Συντηρητική αντιμετώπιση
Η συντηρητική αποκατάσταση επιλέγεται στις περισσότερες περιπτώσεις, σε ηλικιωμένα άτομα που δεν είναι σε θέση να μπουν στην διαδικασία του χειρουργείου ή δεν τους το επιτρέπει η κλινική τους κατάσταση.
Γενικά, η συντηρητική αποκατάσταση περιλαμβάνει:
- Εφαρμογή νάρθηκα ακινητοποίησης ή γύψου, για διάστημα 6 – 8 εβδομάδων.
- Χρήση βοηθημάτων βάδισης, όπως βακτηρίες, για την πλήρη αποφόρτιση της περιοχής.
- Παγοθεραπεία, για την μείωση του οιδήματος.
- Φυσικοθεραπεία, μετά το πέρας του διαστήματος ακινητοποίησης.
- Επανέλεγχοι ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
- Χειρουργική αντιμετώπιση
Συνήθως όμως τα κατάγματα της επιγονατίδας αντιμετωπίζονται χειρουργικά, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος παρεκτόπισης/ ατελούς πόρωσης και με σκοπό την άμεση κινητοποίηση της άρθρωσης του γόνατος.
Συνήθως, η αντιμετώπιση γίνεται μέσω μίας τομής στην πρόσθια επιφάνεια του γόνατος και τα οστικά τεμάχια συγκρατούνται με μεταλλικές βελόνες και σύρματα. Ενίοτε η συγκράτηση μπορεί να γίνει με βίδες.
Η επέμβαση πραγματοποιείται υπό ραχιαία ή γενική αναισθησία. Ο ασθενής παραμένει συνήθως για μία έως δύο ημέρες στο νοσοκομείο. Η κινητοποίηση του ασθενούς ξεκινά άμεσα μετεγχειρητικά, με χρήση βοηθήματος. Η κάμψη του χειρουργημένου γόνατος γίνεται σταδιακά και προσεκτικά. Τα υλικά οστεοσύνθεσης δύναται να αφαιρεθούν μετά από περίπου 18 μήνες.
Τενόντιες κακώσεις του εκτατικού μηχανισμού του γόνατος
Σε αρκετά μεγάλο ποσοστό, τα κατάγματα στην περιοχή του γόνατος, συνοδεύονται και με κακώσεις είτε του τένοντα του τετρακεφάλου μυός είτε του επιγονατιδικό τένοντα. Συνήθως προκαλούνται μετά από πτώση πάνω στο λυγισμένο γόνατο. Χαρακτηριστικά εμφανίζονται με οξύ πόνο με αδυναμία έκτασης του γόνατος, ενώ ψηλαφητικά παρατηρείται κενό πάνω ή κάτω από την επιγονατίδα.
Η διάγνωση γίνεται συνήθως κλινικά σε συνδυασμό με μια απλή ακτινογραφία, στην οποία η επιγονατίδα θα εμφανίζεται ψηλότερα ή χαμηλότερα από τη συνηθισμένη θέση. Ενίοτε, η διάγνωση επιβεβαιώνεται μέσω μαγνητικής τομογραφίας.
Πως αντιμετωπίζονται οι τενόντιες κακώσεις του γόνατος;
Η αντιμετώπιση των ρήξεων του εκτατικού μηχανισμού του γόνατος είναι εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων χειρουργική.
Η αντιμετώπιση γίνεται μέσω τεχνικών ελάχιστης επεμβατικότητας με τη βοήθεια ειδικών οδηγών και με τη χρήση ειδικών ραμμάτων συγκράτησης. Τα ράμματα μπορεί να σταθεροποιούνται είτε διοστικά, διαμέσου οπών στην επιγονατίδα είτε μέσω ειδικών αγκυρών, οι οποίες βιδώνονται στην επιγονατίδα.
Στην περίπτωση της αποκατάστασης του επιγονατιδικού τένοντα ενίοτε απαιτείται η διαφύλαξη του αποτελέσματος μέσω προσωρινού σύρματος συγκράτησης της επιγονατίδας, το οποίο στην πορεία αφαιρείται.
Και σε αυτήν την περίπτωση, η επέμβαση πραγματοποιείται υπό ραχιαία ή γενική αναισθησία. Ο ασθενής παραμένει συνήθως για μία ημέρα στο νοσοκομείο. Δεν χρειάζεται αφαίρεση υλικών εκτός από την περίπτωση που χρησιμοποιείται σύρμα σταθεροποίησης. Μετά την επέμβαση απαιτείται προσεκτική αποκατάσταση με χρήση ειδικού νάρθηκα με περιορισμό της ενεργητικής κάμψης του γόνατος, με σκοπό να αποφευχθεί μία νέα ρήξη του τένοντα.