Κακώσεις ποδοκνημικής άρθρωσης και άκρου ποδός

Α. Γενικές πληροφορίες

Η ποδοκνημική άρθρωση από τέσσερα βασικά οστά, την περόνη (εξωτερικά), την κνήμη (εσωτερικά), τον αστράγαλο και την πτέρνα. Τα οστά συγκρατούνται μεταξύ τους με ισχυρούς συνδέσμους (πρόσθια & οπίσθια συνδέσμωση, έξω πλάγιοι. Δελτοειδής σύνδεσμος). Ο άκρος πόδας σχηματίζεται από πολυάριθμα οστάρια (οστά μέσου ποδός, μετατάρσια και φάλαγγες).

ποδοκνημικη 1

Β. Διάστρεμμα ποδοκνημικής άρθρωσης (αστραγάλου)

 

Το διάστρεμμα της ποδοκνημικής, δηλαδή η διάταση? Ρήξη των πλάγιων συνδέσμων της ποδοκνημικής άρθρωσης αποτελεί μία από τις συχνότερες μυοσκελετικές κακώσεις. Ο ασθενής αναφέρει ότι του «γύρισε» το πόδι. Μπορεί να συνοδεύεται από έντονο πόνο και πρήξιμο, κυρίως στην περιοχή του έξω σφυρού, αδυναμία κίνησης της ποδοκνημικής άρθρωσης και αδυναμία βάδισης.

Η διάγνωση ενός διαστρέμματος βασίζεται στην κλινική εξέταση και μπορεί να συμπληρώνεται από ακτινογραφία για αποκλεισμό κατάγματος. Σε επιμονή των συμπτωμάτων ενδέχεται να ζητηθεί αξονική ή μαγνητική τομογραφία.

Τα διαστρέμματα διακρίνονται σε 1ου, 2ου και 3ου βαθμού ανάλογα με τη βαρύτητα του τραυματισμού των συνδέσμων.

Η αρχική αντιμετώπιση ενός διαστρέμματος περιλαμβάνει την παγοθεραπεία και την αποφυγή της φόρτισης του άκρου. Ανάλογα με τη βαρύτητα μπορεί να τοποθετηθεί νάρθηκας με κυψελίδα αέρος (Air- Cast) ή προσωρινά γυψονάρθηκας. Σπανίως, απαιτείται χειρουργική αποκατάσταση των συνδέσμων για τη διασφάλιση της σταθερότητας της άρθρωσης.

ποδοκνημικη 2

 

Γ. Κατάγματα ποδοκνημικής άρθρωσης

Τα κατάγματα της ποδοκνημικής άρθρωσης προκαλούνται συνήθως από στροφική κάκωση της άρθρωσης. Μπορεί να αφορούν ένα ή περισσότερα τμήματα της ποδοκνημικής άρθρωσης. Συνηθέστερα αφορούν το έξω ή το έσω σφυρό. Συνοδεύονται από πόνο και πρήξιμο στην ποδοκνημική, αδυναμία φόρτισης της ποδοκνημικής άρθρωσης και αδυναμία βάδισης.

 

Διάγνωση

Η διάγνωση γίνεται με ακτινογραφίες. Ενίοτε απαιτείται αξονική τομογραφία. Ανάλογα με τα αποτελέσματα των εξετάσεων, επιλέγεται και η θεραπευτική προσέγγιση.

 

Αντιμετώπιση

Η ανάλυση της κατηγοριοποίησης των καταγμάτων της ποδοκνημικής και κατ’ επέκταση της ενδεδειγμένης θεραπείας είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη.

Σε γενικές γραμμές μη παρεκτοπισμένα κατάγματα μόνο του έξω ή του έσω σφυρού μπορούν να αντιμετωπιστούν συντηρητικά με χρήση νάρθηκα με κυψελίδα αέρα ( Air- Cast)/ γυψονάρθηκα/ νάρθηκα για περίπου 6 εβδομάδες και αποφυγή φόρτισης ή μερική φόρτιση του τραυματισμένου άκρου.

Περισσότερο πολύπλοκα κατάγματα αντιμετωπίζονται χειρουργικά με συνδυασμό υλικών (πλάκες, βίδες, βελόνες). Σκοπός είναι η κατά το δυνατόν πλήρης αποκατάσταση των αρθρικών επιφανειών και της εν γένει συμμετρίας της άρθρωσης, ωστέ να μειώθει ο κίνδυνος μετατραυματικής αρθρίτιδας και δυσκολίας στην κίνηση.

ποδοκνημικη 3

Κίνδυνοι

Επιπλοκές των επεμβάσεων αυτών αποτελούν η λοίμωξη μαλακών μορίων ή της ίδιας της άρθρωσης, η ατελή πόρωση του κατάγματος, δυσκολίες επούλωσης χειρουργικόυ τραύματος και ο τραυματισμός αγγείων ή νεύρων.

 

Γενικές πληροφορίες

Η επέμβαση πραγματοποιείται υπό ραχιαία ή γενική αναισθησία. Ο ασθενής παραμένει συνήθως για μία με τρεις ημέρες στο νοσοκομείο, ανάλογα με τη βαρύτητα της κάκωσης. Η κινητοποίηση γίνεται με χρήση νάρθηκα ή ειδικής μπότας ανάλογα με τη βαρύτητα της κάκωσης αλλά και την ποιότητα του οστού (οστεοπόρωση) και τα χαρακτηριστικά του ασθενούς. Τα υλικά οστεοσύνθεσης αφαιρούνται, σε νέους ασθενείς , μετά από 1 με 2 χρόνια.

 

Δ. Κάταγμα/ Εξάρθρημα αστραγάλου

 

Ο αστράγαλος είναι το οστό που παρεμβάλλεται ανάμεσα στην κάτω επιφάνεια της κνήμης και την πτέρνα. Οι τραυματισμοί του οστού αυτού είναι σπάνιοι και αφορούν ή κατάγματα του αστραγάλου είτε εξάρθρημα του οστού, είτε εξάρθρημα του υπόλοιπου άκρου ποδός.

Σε κάθε περίπτωση αποτελούν τραυματισμούς που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση (ανάταξη). Στην περίπτωση καταγμάτων του αστραγάλου, λόγω της λειτουργίας του αστραγάλου, ο οποίος αποτελεί συνδετικό κρίκο ολόκληρης της ποδοκνημικής άρθρωσης και φέρει όλο το ανθρώπινο βάρος, συχνά απαιτείται οστεοσύνθεση με βίδες.

Σε κάθε περίπτωση απαιτείται η αποφυγή φόρτισης του τραυματισμένου άκρου για χρονικό διάστημα έως 8 εβδομάδων.

ποδοκνημικη 4

 

 

 

Ε. Κάταγμα πτέρνας

 

Τα κατάγματα της πτέρνα προκαλούνται συνήθως μετά από πτώση από μεγάλο ύψος με τα πόδια. Χαρακτηριστικά εμφανίζεται με έντονο αιμάτωμα και πρήξιμο στην περιοχή της ποδοκνημικής άρθρωσης και της πτέρνας, με έντονο άλγος και αδυναμία φόρτισης.

Για τη διάγνωση απαιτούνται ακτινογραφίες σε συνδυασμό με αξονική τομογραφία για να εκτιμηθεί ο αριθμός και η παρεκτόπιση των οστικών τεμαχίων και η συμμετοχή των αρθρικών επιφανειών, ώστε να επιλεχθεί η κατάλληλη θεραπεία.

Κατάγματα χωρίς παρεκτόπιση και χωρίς εκτεταμένη συμμετοχή των αρθρικών επιφανειών αντιμετωπίζονται συντηρητικά. Αντίθετα, κατάγματα που επηρεάζουν τις αρθρικές επιφάνειες, συντριπτικά κατάγματα ή αποσπαστικά κατάγματα της πτέρνας αντιμετωπίζονται χειρουργικά με ειδικές πλάκες με πολλαπλές βίδες ή με τεχνικές ελάχιστης οστεοσύνθεσης, όπως βίδες μέσω μικρών τομών του δέρματος.

Σε κάθε περίπτωση απαιτείται η αποφυγή φόρτισης του τραυματισμένου άκρου για χρονικό διάστημα έως 8 εβδομάδων, ενώ ειδική μπότα φοριέται έως και 12 εβδομάδες μετά από τον τραυματισμό.

ποδοκνημικη 5

 

 

 

ΣΤ. Κατάγματα άκρου ποδός

 

Τα κατάγματα του άκρου ποδός χαρακτηρίζονται από μεγάλη ποικιλομορφία, με αποτέλεσμα να συναντάμε από απλέ κακώσεις, όπως είναι τα μεμονωμένα κατάγματα των φαλάγγων έως πολύπλοκα κατάγματα-εξαρθρήματα, όπως είναι η κάκωση Lisfranc.

Η διάγνωση γίνεται με ακτινογραφίες. Ενίοτε απαιτείται αξονική τομογραφία.

Τα πιο συνηθισμένα κατάγματα του άκρου ποδός είναι τα μεμονωμένα κατάγματα των μεταταρσίων. Ανάλογα με την εντόπιση, τον αριθμό και την παρεκτόπιση επιλέγεται και η μέθοδος αντιμετώπισης. Έτσι μεμονωμένα μη παρεκτοπισμένα κατάγματα, αντιμετωπίζονται συντηρητικά με χρήση ειδικής μπότας για 6 εβδομάδες. Περισσότερο πολύπλοκα ή παρεκτοπισμένα κατάγματα διορθώνονται χειρουργικά με πλάκα, βίδες ή μεταλλικές βελόνες.

 

 

Η κάκωση Lisfranc αποτελεί μία ιδιαίτερη κάκωση του άκρου ποδός. Περιλαμβάνει τις αρθρώσεις και \τους συνδέσμους του μέσου ποδός. Τα συνήθη συμπτώματα ο πόνος στην κορυφή της ράχης του ποδιού, ενώ συχνά υπάρχει αιμάτωμα/ οίδημα στην περιοχή. Ειδικά η εκχύμωση (μελανιά)  στο κάτω μέρος της καμάρας είναι ενδεικτικό σημείο της κάκωσης Lisfranc. Η κάκωση Lisfranc συνήθως απαιτεί έγκαιρη χειρουργική αντιμετώπιση, κατά την οποία ανατάσσονται και σταθεροποιούνται οι αρθρώσεις που έχουν εξαρθρωθεί και σταθεροποιούνται τα κατάγματα με συνδυασμό υλικών.

 

ποδοκνημικη 6

Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στα κατάγματα της βάσης του 5ου μεταταρσίου. Η ιδιαιτερότητα των καταγμάτων αυτών έγκειται

α) στην έλξη που ασκεί ο τένοντας του βραχέος περονιαίου μυός, με αποτέλεσμα τον κίνδυνο παρεκτόπισης του κατάγματος

β) λόγω μειωμένης αιμάτωσης, ορισμένα από τα κατάγματα αυτά χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο (33%) ατελούς σύγκλεισης

Η αντιμετώπιση των καταγμάτων της βάσης του 5ου μεταταρσίου εξαρτάται από την εντόπισή του (ζώνη 1-3), την παρεκτόπιση και την αθλητική δραστηριότητα του ατόμου.

Κατάγματα της ζώνης 1 χωρίς παρεκτόπιση αντιμετωπίζονται συντηρητικά, ενώ όταν η παρεκτόπιση είναι σημαντική απαιτείται χειρουργική αποκατάσταση. Η χειρουργική αντιμετώπιση προτιμάται για τα κατάγματα της ζώνης 2, με σκοπό την αποφυγή του  κίνδυνου ατελούς σύγκλεισης. Αντίθετα, τα κατάγματα της ζώνης 3 , που αποτελούν συνήθως κατάγματα κοπώσεως, αντιμετωπίζονται συνήθως συντηρητικά

 

 

 

 

 

                      Αντιμετώπιση καταγμάτων μεταταρσίων με μεταλλικές βελόνες ή με συνδυασμό υλικών

ποδοκνημικη 7

 

 

 

 

 Αντιμετώπιση κάκωσης Lisfranc με βίδες

ποδοκνημικη 8

 

 

 

 

         Αντιμετώπιση κατάγματος βάσης 5ου μεταταρσίου με ειδική ανατομική πλάκα

                                                                                            ποδοκνημικη 9

 

 

 

Ζ.  Ρήξη αχιλλείου τένοντος

ποδοκνημικη 10

Ο αχίλλειος τένοντας έχει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο κατά τη διαδικασία της βάδισης. Η ρήξη του αχιλλείου τένοντα μπορεί να οφείλεται σε οξύ τραυματισμό, συνήθως όμως προϋπάρχει κάποιου βαθμού φθορά. Συνήθως ο ασθενής αναφέρει ξαφνικό πόνο στη γάμπα, ο οποίος εμφανίστηκε κατά την έναρξη της άθλησης/ βάδισης/ τρεξίματος. Κλινικά εμφανίζεται με πόνο στη γάμπα και δυσκολία ή αδυναμία βάδισης. Χαρακτηριστικά είναι ιδιαίτερα δύσκολη ή αδύνατη η στάση στις μύτες των ποδιών καθώς και η πίεση του πέλματος προς τα κάτω.  Ψηλαφητικά παρατηρείται ένα κενό πάνω από την πτέρνα.

 

Διάγνωση

Η διάγνωση γίνεται συνήθως κλινικά σε συνδυασμό με μια απλή ακτινογραφία, για τον αποκλεισμό κατάγματος της πτέρνας. Ενίοτε, η διάγνωση επιβεβαιώνεται μέσω μαγνητικής τομογραφίας, με σκοπό να αναζητηθεί και το ακριβές ύψος της ρήξης. Σημαντικός είναι επίσης ο ρόλος του υπερήχου, με σκοπό να διαπιστωθεί αν τα άκρα του αχιλλείου τένοντα συμπλιάζουν κατά την πελματιαία κάμψη του ποδός (πίεση του πέλματος προς τα κάτω)

 

Αντιμετώπιση

Στην περίπτωση ρήξεως στη μεσότητα του αχιλλείου τένοντα, όπου τα άκρα του αχιλλείου τένοντα συμπλιάζουν κατά την πελματιαία κάμψη του ποδός είναι δυνατή η συντηρητική αντιμετώπιση με ειδική μπότα. Η μπότα αυτή διατηρεί μέσω ειδικών πάτων ή ειδικού μηχανισμού το πέλμα σε πελματιαία κάμψη. Η κάμψη του πέλματος μειώνεται ανά 3 εβδομάδες, με σκοπό μετά από 9 εβδομάδες το πέλμα να επανέλθει στις 90 μοίρες.

Στις υπόλοιπες περιπτώσεις απαιτείται χειρουργική αποκατάσταση. Η αντιμετώπιση γίνεται μέσω τεχνικών ελάχιστης επεμβατικότητας με τη βοήθεια ειδικών οδηγών και με τη χρήση ειδικών ραμμάτων Μετεγχειρητικά απαιτείται και πάλι χρήση ειδικής μπότας.

ποδοκνημικη 11

 

Κίνδυνοι

Σπάνια μπορεί να προκληθεί κάποια λοίμωξη των μαλακών μορίων ή και νέα ρήξη του τένοντα.

 

Γενικές πληροφορίες

Η επέμβαση πραγματοποιείται υπό ραχιαία ή γενική αναισθησία. Ο ασθενής δεν παραμένει συνήθως στο νοσοκομείο. Δεν χρειάζεται αφαίρεση υλικών. Μετά την επέμβαση απαιτείται προσεκτική αποκατάσταση με χρήση ειδικής μπότας με σκοπό να αποφευχθεί μία νέα ρήξη του τένοντα.